Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Nymphoides peltata (S. G. Gmel.) Kuntze

Το Nymphoides peltata (S. G. Gmel.) Kuntze είναι ένα υδρόβιο μακρόφυτο, το οποίο ριζοβολεί στον πυθμένα λιμνών, βάλτων, αλλά και ποταμών με μικρή ταχύτητας ροής. Τα μακριά εύκαμπτα στελέχη του, επιτρέπουν στα στρογγυλά-καρδιόσχημα φύλλα με τις κυματιστές παρυφές να απλώνονται στην επιφάνεια του νερού και τα άνθη του με τα κίτρινα πέταλα να ξεπροβάλλουν μερικά εκατοστά πάνω από αυτό. Είναι ένα Ευρασιατικό είδος που στην Ελλάδα εμφανίζεται σε υδάτινα σώματα σε Βόρεια και Νότια Πίνδο, Στερεά Ελλάδα, Κεντρική Βόρεια και Ανατολική Βόρεια Ελλάδα.

Horstrissea dolinicola Greuter, P. Gerstberger & B. Egli

H Horstrissea dolinicola είναι ένα πολυετές φυτό, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αναπτύσσεται υπόγεια. Η κυλινδρική ρίζα του μπορεί να φτάσει έως 10 cm μήκος, ενώ τα φύλλα και τα άνθη του μόλις και μετά βίας υπερβαίνουν τα 2-3 cm σε ύψος. Το είδος αυτό περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1990 και είναι το μόνο είδος που ανήκει στο γένος Horstrissea. Απαντά μόνο στον Ψηλορείτη (Ίδη) στην κεντρική Κρήτη σε περίπου 1500 m υψόμετρο, και αναπτύσσεται μέσα σε λίγες δολίνες. Ο συνολικός πληθυσμός του αριθμεί μόλις μερικές δεκάδες άτομα σε μια έκταση περίπου 3.000 m2.

Limonium aphroditae R. Artelari & Georgiou

Το Limonium aphroditae απαντά μόνο στις απόκρημνες ακτές της μικρής παραλίας Λιμνάρια των Δυτικών Κυθήρων. Το είδος καταφέρνει και επιβιώνει ακόμα και μέσα στο τσιμέντο του μικρού λιμανιού, που έχει δημιουργηθεί εκεί. Τα λίγα άτομα του μοναδικού ευρεθέντος πληθυσμού αυτού του φυτού, οδήγησαν στον χαρακτηρισμό του ως κινδυνεύον. Οι καθηγήτριες Ρ. Ατρελάρη και Ο. Γεωργίου, που το περιέγραψαν ως νέο είδος, του έδωσαν το όνομα της θεάς της ομορφιάς Αφροδίτης, που γεννήθηκε στα Κύθηρα.

Campanula asperuloides (Boiss. & Heldr.) Engl.

Η Campanula asperuloides είναι ένα πολυετές είδος που σχηματίζει πυκνές, μαξιλαρόμορφες συστάδες. Είναι τοπικό ενδημικό είδος της Πελοποννήσου και απαντά σε πέντε όρη (Χελμός, Ταΰγετος, Πάρνωνας, Κουλοχέρα, Κυλλήνη) και στην περιοχή της Ευρωστίνης. Αναπτύσσεται σε ασβεστολιθικούς βράχους και κρημνούς, σε υψόμετρα από 400 έως 1700 m. Ανθίζει από Ιούνιο έως Αύγουστο.

Bufonia stricta (Sm.) Gürke

Ενδημικό είδος της Ελλάδας. Πολυετές αλλά λεπτεπίλεπτο φυτό, ύψους συνήθως έως 7 cm, με βλαστούς με χαρακτηριστικά "αρθρωτή" εμφάνιση, συνήθως τοξοειδείς. Το άνθος είναι λευκό με 4 σέπαλα και 4 ελαφρώς βραχύτερα πέταλα. Αναπτύσσεται τόσο σε ασβεστολιθικά όσο και σε οφιολιθικά υποστρώματα σε υψόμετρα από 5 έως 2100 m. Ανθίζει κατά τους μήνες Ιούνιο – Αύγουστο, ανάλογα με το υψόμετρο.

Crocus nivalis Bory & Chaub.

O C. nivalis είναι ένα Βαλκανικό είδος, που φύεται κυρίως σε λιβάδια και θάμνους (400 - 2800 m) στην Ελλάδα, τη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία και την Αλβανία. Πρόκειται για ένα σχετικά μικρό γεώφυτο, εύκολα αναγνωρίσιμο από τα μοβ άνθη με τον χαρακτηριστικό κίτρινο λαιμό τους, καθώς και τα σύνανθα φύλλα που φέρουν μία τυπική, για το γένος, μεσαία λευκή γραμμή.

Crocus orphei Karamplianis & Constantin.

Τοπικό ενδημικό φυτό του Φαλακρού Όρους. Το Cr. orphei φύεται σε ανοίγματα δασών Δρυός, Οξιάς και Πεύκης και σε λιβάδια της ορομεσογειακής ζώνης. Απαντάται σε τρείς υποπληθυσμούς στο όρος Φαλακρό, σευψόμετροαπό 600 έως 1500 μέτρα. Το taxon ανθίζει από τα μέσα Φεβρουαρίου έως και τα μέσα Μαΐου, ανάλογα με τη δριμύτητα των κλιματικών συνθηκών, συνήθως κατά τη περίοδο όπου λιώνουν τα χιόνια στα ορεινά λιβάδια, αλλά και το υψόμετρο.

Helleborus odorus Waldst. & Kit. subsp. cyclophyllus (A. Braun) Maire & Petitm.

Το φυτό Helleborus odorus subsp. cyclophyllus (ελλέβορος ο κυκλόφυλλος) είναι ένα βαλκανικό ενδημικό υποείδος του είδους Helleborus odorus (ελλέβορος ο εύοσμος). Απαντάται σε ανοιχτά δάση, θαμνώνες και λιβάδια της ορεινής κυρίως ζώνης (700-1500 μ.), στο νότιο και κεντρικό τμήμα της βαλκανικής χερσονήσου, από το όρος Ερύμανθος της Πελοποννήσου μέχρι την Αλβανία, τη νότια Βουλγαρία και τη Σερβία.

Muscari commutatum Guss.

Πολυετές ποώδες φυτό με ωοειδή βολβό. Τα φύλλα είναι συγκεντρωμένα στη βάση του φυτού, ενώ άφυλλος βλαστός καταλήγει σε έναν πυκνό βότρυ, που αποτελείται από γόνιμα και άγονα άνθη. Φύεται σε περιοχές χαμηλών υψομέτρων, σε ανοικτές πετρώδεις θέσεις σε φρύγανα, αραιά πευκοδάση, ελαιώνες και εγκαταλελειμμένους αγρούς. Ανθίζει συνήθως από τον Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο. Στην Ελλάδα είναι αρκετά κοινό και έχει καταγραφεί από όλες τις χλωριδικές περιοχές.

Arbutus unedo L.

Η κουμαριά είναι αειθαλής θάμνος (ύψους 1,5-3 m), κοινός στη Μεσόγειο που απαντάται σε υγρές, προστατευόμενες από ανέμους περιοχές, ελαφρά και γόνιμα εδάφη, στις παρυφές δασών και σε ασβεστολιθικές περιοχές της ευμεσογειακής ζώνης βλάστησης. Φλοιός τραχύς, θαμπά καστανός, απολεπιζόμενος. Φύλλα ωοειδή ή λογχοειδή, γυμνά, γυαλιστερά και σκουροπράσινα, βραχύμισχα με πριονωτές παρυφές. Τα άνθη είναι λευκά ή με ρόδινες αποχρώσεις, κωδωνοειδή σε πυκνές, κρεμάμενες φόβες.