Λειτουργική Οικολογία: από τη θεωρία στην πράξη μέσω της R
de Bello F., Carmona CP, Dias ATC, Gotzenberger L, Moretti M, Berg MP.
Μετάφραση – Επιστημονική επιμέλεια: Π. Δημητρακόπουλος, Γ. Αδαμίδης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (2023)
Το κρίσιμο κενό σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη στοχευμένων στρατηγικών διατήρησης της βιοποικιλότητας είναι η ελλιπής κατανόηση των μηχανισμών διά των οποίων η βιοποικιλότητα επηρεάζει τις οικοσυστημικές διεργασίες υπό τις παρούσες ή μελλοντικές συνθήκες. Σε οικοσυστήματα με χαμηλό πλούτο ειδών, είναι δυνητικά εφικτό να μελετηθεί η απόκριση κάθε είδους στις μεταβολές του περιβάλλοντος και να διαλευκανθεί η πλειονότητα των πιθανών αλληλεπιδράσεων των ειδών. Ωστόσο, στην πράξη τα οικοσυστήματα είναι εν γένει πολύπλοκα και συχνά πλούσια σε είδη, γεγονός που καθιστά αδύνατη τη συντονισμένη μελέτη του συνόλου αυτών των ειδών και των αποκρίσεών τους.
Ενώ λοιπόν η κύρια εστίαση της οικολογικής έρευνας από τη δεκαετία του 1990 είναι η ταξινομική, η οικολογία με βάση τα χαρακτηριστικά υποθέτει ότι οι αλλαγές στη σύνθεση των χαρακτηριστικών μπορεί να είναι πιο προβλέψιμες από ό,τι οι μεταβολές στη σύνθεση των ειδών και φαίνεται να αντιμετωπίζει επαρκώς σημαντικούς περιορισμούς, όπως αυτούς της εξάρτησης των συστημάτων από το ευρύτερο πλαίσιο (π.χ. εξάρτηση της σύνθεσης των ειδών της βιοκοινότητας ενός κατατμήματος από το μέγεθος, το σχήμα του, τον βαθμό συνδεσιμότητάς του με άλλα κατατμήματα, τον περιβάλλοντα τύπο ενδιαιτήματος, την περιφερειακή δεξαμενή ειδών κ.λπ.).
Αυτό το βιβλίο αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της κάλυψης σημαντικών εννοιολογικών και πρακτικών κενών, καθώς παρέχει το αναγκαίο πλαίσιο για την περιγραφή της λειτουργικής ποικιλότητας των διαφορετικών ομάδων οργανισμών και των επιπτώσεων που αυτή έχει στη δομή και τη λειτουργία τόσο των φυσικών οικοσυστημάτων, όσο και των οικοσυστημάτων που υφίστανται διαχείριση. Το βιβλίο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα εννοιών, από τον λειτουργικό χαρακτηρισμό των ατόμων έως και την κατανομή των χαρακτηριστικών των ειδών σε επίπεδο βιοκοινότητας, παρουσιάζοντας αναλυτικά τις συνέπειες της ενδοειδικής μεταβλητότητας των χαρακτηριστικών των ειδών στα οικολογικά συστήματα και ιδιαίτερα στον καθορισμό των οικοσυστημικών διεργασιών.
Το σημαντικότερο όμως επίτευγμα του βιβλίου είναι ότι κατορθώνει, για πρώτη φορά, να συνδέσει το μεγάλο σώμα της εδραιωμένης θεωρίας με τις πολύ σημαντικές μεθόδους εφαρμογής της λειτουργικής οικολογίας που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας έτσι στην αντιμετώπιση ενός ευρέος φάσματος οικολογικών ζητημάτων, όπως, μεταξύ άλλων, η κατανομή των ειδών κατά μήκος περιβαλλοντικών διαβαθμίσεων, η απόκριση των οικοσυστημάτων σε διαταραχές και άλλες περιβαλλοντικές μεταβολές, και η διερεύνηση των μηχανισμών συγκρότησης των βιοκοινοτήτων. Το βιβλίο επίσης ασχολείται και με πρακτικά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο κάθε ερευνητής κάνοντας χρήση των χαρακτηριστικών των οργανισμών (ζητήματα, λόγου χάρη, όπως οι στρατηγικές δειγματοληψίας χαρακτηριστικών, οι μετρήσεις των χαρακτηριστικών, τα ελλιπή δεδομένα χαρακτηριστικών, ο χειρισμός και οι αντίστοιχες αναλύσεις των δεδομένων). Συμπληρωματικά ως προς το βιβλίο, λειτουργεί ιστοσελίδα (https://digital.csic.es/handle/10261/221270) η οποία διαθέτει ―σχεδόν για κάθε κεφάλαιό του― εργαλεία στη γλώσσα προγραμματισμού R, για την αξιολόγηση των διαφόρων πτυχών της λειτουργικής οικολογίας. Ταυτόχρονα, ποικίλα τεχνάσματα σχετικά με τις διάφορες αναλύσεις ή την επίλυση προβλημάτων, τα οποία συχνά δεν αναφέρονται στη δημοσιευμένη βιβλιογραφία, παρατίθενται στα επιμέρους κεφάλαια.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές όσο και σε υποψήφιους διδάκτορες και επαγγελματίες, που προσπαθούν να κατανοήσουν τον βιολογικό κόσμο και τις διαστάσεις του μέσα από τις προσεγγίσεις της λειτουργικής οικολογίας.